Τοπωνυμίες
πως πήραν το όνομα τοποθεσίες του χωριού
Διαβάστε για κάποιες τοπωνυμίες του χωριού και από που προήλθαν
Όλα τα παρακάτω στοιχεία είναι αποσπάσματα από το βιβλίο «ΑΪΜΟΝΑΣ Παράδοση – Ιστορία – Μνημεία – Λαογραφία» του δασκάλου Εμμανουήλ Ανδ. Κοντογιάννη.
Η περιοχή αυτή βρίσκεται βόρεια του χωριού, εκεί που ανηφορίζει το έδαφος του μικρού του λεκανοπέδιου και λίγο πιο πάνω από τον Άγιο Παντελεήμονα. Στο μέρος αυτό υπήρχε εργαστήρι αγγειοπλαστικής.
Υπήρχε και ένα πηγάδι μεγάλων διαστάσεων. Το όνομα το πήρε από το Θραψανός που σημαίνει αγγειοπλάστης. (Διήγηση Δράκου Β. Τερζάκη)
Πρόκειται για την τοποθεσία στα σόχωρα του Μακρύ – Κάμπου αμέσως μετά τον κεντρικό επάνω στα βράχια που βρίσκονταν στη άκρη τους. Εκεί είχε λαξευτεί εστία φωτιάς που λεγόταν των Ελλήνων η Παραστιά.
Πρέπει να είχε γίνει από Έλληνες των Ελληνιστικών χρόνων, που κατά τη παράδοση ήταν μικρόσωμοι. (Διήγηση Περσεφόνης Ιωσ. Τερζάκη)
Η ονομασία αυτή μάλλον ονομάστηκε έτσι από κάτι μεγάλες λακκούβες που υπήρχαν εκεί. Οι λακκούβες συγκρατούσαν το νερό για αρκετό νερό, ακόμη και το καλοκαίρι. Η μεγαλύτερη από αυτές ήταν κτισμένη με πέτρες.
Πιθανόν οι λάκκοι αυτοί να ανοίχτηκαν για να χρησιμεύουν ως οστεοφυλάκιο των διπλανών Συνοικισμών. Σύμφωνα με ό,τι λεγότανε μέσα στο μεγάλο λάκκο ήταν ένας κρυμμένος θησαυρός, μια καμπάνα και αρκετά ιερά σκεύη.
Αν και έγινε κάποια προσπάθεια για την ανεύρεση του θησαυρού εγκαταλείφθηκε η ιδέα γιατί το έδαφος ήταν δύσκολο να ανασκαφεί. (Διήγηση Εμμανουήλ Α. Μαγκωνάκης ή Μάνος)
Νοτιοδυτικά του χωριού υπάρχει μια σπηλιά που χρησιμοποιήθηκε μάλλον σαν αποθήκη αρχαίων αντικειμένων μάλλον κατά την αρχαϊκή περίοδο. Η σπηλιά φαίνεται να έχει διαρρηχθεί παλιότερα, παρόλο αυτά υπάρχουν ακόμα δυο πιθάρια κρυμμένα στην περιοχή γεμάτα φαινόλη.
Στην ίδια περιοχή υπάρχει ένα πατητήρι που μάλλον χρονολογείται από την εποχή που οι Βενετοί είχαν απαγορέψει την καλλιέργεια του αμπελιού γιατί απέδιδαν τις επαναστάσεις του ντόπιου στοιχείου στην οινοποσία. Έτσι οι ντόπιοι φύτευαν κλίματα κάτω από ψηλά δέντρα κοντά στον κορμό τους και όταν μεγάλωναν απλωνόταν πολύ και έκαναν πολλά σταφύλια με τα οποία έφτιαχναν το κρασί.
Μάλιστα έχει διασωθεί το δίστιχο της εποχής εκείνης: «Ούτε αμπέλια θέλω να ‘χω ούτε λόγια με τον άρχων.»
Έτσι ονομάζεται το μικρό διάσελο πέρασμα που βρίσκεται στο τέλος της Λαγκούφας και αρχίζει ο παπά – Κάμπος. Στο σημείο αυτό έγινε κάποια μάχη με σπαθιά, προφανώς η σύγκρουση των προφυλακών του Χασάν Πασά με τους χριστιανούς κατά τη μάχη της Φλαμουριάς.
Στην ίδια μάχη ενώ προχωρούσε το ιππικό του Πασά προς τα Σπατιά ακουγόταν τόσο καθαρά οι πεταλιές των αλόγων που έκτοτε ο τόπος ονομάστηκε Πέταλα.
Πρόκειται για τον κάμπο που ξανοίγεται αμέσως μετά τα Σπατιά και ανήκε σε Καμαριωτανούς πριν τον αγοράσουν οι Αϊμονιώτες. Ο κάμπος ανήκε σε κάποιο αγά Λουμάν που κατοικούσε στο Καμαριώτη. Οι Αϊμονιώτες όμως ήρθαν σε ρήξη μαζί του επειδή τον χρησιμοποιούσαν σαν βοσκότοπο. Τον σκότωσαν και συνέχιζαν να βόσκουν τα ζώα τους.
Οι Καμαριωτανοί αναγκάστηκαν να πάρουν την ευθύνη του εγκλήματος χωρίς να ξέρουν πως είχε γίνει από Αϊμονιώτες. Αποζημίωσαν τους συγγενείς του αγά και εξαγόρασαν τον κάμπο αλλά και ολόκληρη την περιουσία του. Στη συνέχεια μοίρασαν τον κάμπο σε ίσα και μακριά τεμάχια. Από τότε ο τόπος ονομάστηκε Μακριά Χωράφια, αλλά και Μακριά Λουρίδια.
Στην όλη διαδικασία έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο ο παπάς του χωριού και για αυτό ονομάζεται και παπά – Κάμπος. Οι Αϊμονιώτες που δυσαρεστήθηκαν από τις ενέργειες του παπά είχαν βγάλει και μια μαντινάδα:
Ένας παπάς Τουρκοπαπάς από τον Καμαριώτη
εκείνος δα την πρόδωσε όλη τη Χριστιανότη.
Η τοποθεσία ανήκει στην τοποθεσία που λέγεται και Γιοφύρι. Την ονομασία την πήρε μάλλον από κάποιο Τούρκο με το όνομα Αλμπάνη.